…ποὺ τσακώθηκαν μὲ τὴν
ἄνοιξη
κι ἔζησαν μόνο
χειμῶνες.
Ποὺ ἀγνοοῦν
τὶς
χειρολαβὲς
αὐτοῦ τοῦ κόσμου.
Γιὰ τοὺς
ἀπόκληρους τοῦ συρμοῦ
ποὺ κραδαίνοντας τὸ εἰσιτήριό
τους,
ἤλπιζαν σ’
ἕνα βαγόνι
ἑπόμενο.
Μὰ τακτοποιήθηκαν στριμωχτὰ
σὲ λίγα ἑκατοστὰ τσιμέντου.
Ξεχασμένοι ἀπ’ τὸ κομβόι
σὲ κάποιο ἀδιέξοδο,
χωρὶς κἄν
μιὰ εἰδοποίηση,
ἔστω μιὰ πινακίδα
ἐπικίνδυνης στροφῆς,
μιὰ ἔξοδο
κινδύνου.
Ε. Μύρων, 8/2016